~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
* από το 1988 * Τριάντα (30) xρόνια στο χώρο των εκδόσεων * στηρίζουμε τους δημιουργούς... και είμαστε δίπλα στους ανα-Γνώστες με αγάπη και σεβασμό στο βιβλίο.............. email: yfosmagazine@gmail.com
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~
"O άνθρωπος πρέπει κάθε μέρα ν᾽ακούει ένα γλυκό τραγούδι, να διαβάζει ένα ωραίο ποίημα, να βλέπει μια ωραία εικόνα και, αν είναι δυνατόν, να διατυπώνει μερικές ιδέες. Αλλιώτικα χάνει το αίσθημα του καλού και την τάση προς αυτό...". Γκαίτε.
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016
Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016
Η νύχτα των Χριστουγέννων
του Κωστή Παλαμά
(1859 – 1943)
(1859 – 1943)
Χριστούγεννα! Περίχαρα η καμπάνα κράζει κι μάνα στο παιδί. Και το παιδί»Χριστούγεννα!» στη μάνα, κι ο κόσμος όλος τραγουδεί. Αλλ’ ένα βογκητό βγαίνει απ’ τη θύρα φτωχού σπιτιού… μεσ’ στην καρδιά με τρώει…ο βόγκος έρχεται απ’ τη χήρα, τη χήρα με τα οχτώ παιδιά. Έτσι γυμνή, παντέρημη, κι εκείνα περνούν και τρέμουν τα φτωχά. Δε νοιώθει η μάνα τη δική της πείνα, η πείνα τους την ξεψυχά.
Ο πόνος την καρδιά μου σκάφτει, η λύπη με δάκρυα την πλημμυρεί, και πια δε φτάνουν ως τ’αυτιά μου οι χτύποι των Χριστουγέννων γιορτεροί Αρρώστια,γύμνια,ορφάνια,πείνα, φτώχεια…, ω σεις που σφίγγει η συμφορά, σε σιδερένια αρπάγια και σε βρόχια μου παίρνετε κάθε χαρά Θέλω να φύγω πέρα σ’ άλλους τόπους, στη νύχτα τη μοναδική, μακριά από τη βοή και τους ανθρώπους, γιατ’ είν’οι άνθρωποι κακοί.
Γιατί στην ώρα την ευλογημένη όπου γεννάται ένας Θεός ποιος ξέρει!...καταριέται και πεθαίνει γύρω μου ολόκληρος λαός! Γιατί ο Χριστός να καίγονται γυρεύει γι αυτόν καρδιές!όχι κεριά και με σταυρούς κανείς δεν τον λατρεύει και γονατίσματα βαριά.
Γιατί λατρεύει το Χριστό,όποιος δίνει για τον πλησίον τη ζωή, όποιος το γυμνωμένο κρυφοντύνει και τον φτωχό τον ελεεί.
______________
(Ημερολόγιο 2016 της Χριστ. Στέγης Καλαμάτας)
~~~~~~~~~~
Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας, από τις σπουδαιότερες πνευματικές φυσιογνωμίες του νέου Ελληνισμού. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής «γενιάς του 1880» και της αποκαλούμενης «Νέας Αθηναϊκής Σχολής», η οποία συσπείρωνε νέους ποιητές που αντιδρούσαν στις υπερβολές του αθηναϊκού ρομαντισμού και ενδιαφέρονταν για την καθιέρωση της δημοτικής στον ποιητικό λόγο. Στο ποιητικό του έργο, που ξεπερνά τις είκοσι συλλογές, κυριαρχεί η Ελλάδα ως ιδανικό και αντικείμενο αγάπης, η πορεία του ελληνικού έθνους μέσα στους αιώνες, η προσπάθεια δημιουργικής αφομοίωσης του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της λαϊκής παράδοσης και το πνεύμα της οικουμενικότητας του ελληνικού πολιτισμού.
Ο Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στην Πάτρα στις 13 Ιανουαρίου του 1859 και καταγόταν από παλαιά μεσολογγίτικη οικογένεια, που είχε να επιδείξει εθνικούς αγωνιστές και πνευματικούς δημιουργούς. Σε ηλικία επτά ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και μητέρα και πήγε να ζήσει στο Μεσολόγγι με τον θείο του Δημήτριο Παλαμά. Στο Μεσολόγγι, που τόσο αγάπησε και τραγούδησε νοσταλγικά, έζησε έως το 1875, οπότε έφυγε για την Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Δεν άργησε να καταλάβει, πως η πραγματική του κλίση ήταν η ποίηση και εγκαταλείποντας τις σπουδές του αφοσιώθηκε ολόψυχα στην τέχνη του λόγου και ιδιαίτερα του ποιητικού. Άλλωστε, από τα εννιά του χρόνια έγραφε στίχους και διάβαζε Έλληνες και ξένους ποιητές.
Το 1879 άρχισε να δημοσιογραφεί στις εφημερίδες και τα περιοδικά του καιρού του και το 1886 τύπωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Τραγούδια της Πατρίδος μου. Στο βιβλίο αυτό, όπως και στα άλλα δύο που ακολούθησαν, Ο Ύμνος στην Αθηνά (1889) και Τα μάτια της ψυχής (1992), ο Παλαμάς φανερώνει τις πρώτες νεανικές του προσπάθειες, προικισμένος με πλούσια ευγένεια και ευαισθησία. Μαζί με τον Δροσίνη, τον Πολέμη και άλλους ποιητές της Νέας Σχολής, χρησιμοποιεί τη δημοτική γλώσσα, σε αντίθεση με τους ρομαντικούς καθαρευουσιάνους ποιητές, Σούτσο, Βασιλειάδη, Παράσχο και άλλους.
Στις 27 Δεκεμβρίου του 1887 παντρεύτηκε τη Μαρία Βάλβη, γόνο πολιτικής οικογένειας του Μεσολογγίου, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά, τον Λέανδρο (1891-1958), τη Ναυσικά και τον Άλκη. Στις 15 Οκτωβρίου 1897, ο Παλαμάς διορίστηκε γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε ένδειξη τιμής για το ποιητικό του έργο. Γι’ αυτό και οι εφημερίδες του καιρού (Εστία, Άστυ, Ακρόπολις), επαίνεσαν ζωηρότατα την απόφαση του τότε Υπουργού Παιδείας, Ανδρέα Παναγιωτόπουλου, βρίσκοντας την ευκαιρία να εγκωμιάσουν τον ποιητή. Λέγεται ότι, όταν ο Παλαμάς παρουσιάστηκε να αναλάβει υπηρεσία, ο τότε πρύτανης του Πανεπιστημίου, Αλκιβιάδης Κρασσάς, του είπε: «Ελπίζω, κύριε Παλαμά, τώρα που έχετε μια αξιοπρεπή θέση, ότι θα παύσετε... να γράφετε ποιήματα». Ευτυχώς, η ελπίδα του διαπρεπούς αστικολόγου της εποχής εκείνης διαψεύστηκε και η ελληνική τέχνη κέρδισε μια κορυφαία ποιητική φυσιογνωμία.
Τον ίδιο χρόνο με τον διορισμό του εκδίδει τη συλλογή Ίαμβοι και Ανάπαιστοι, που αποτελεί σταθμό στο έργο του. Στο μικρό αυτό βιβλίο, ο ποιητής δείχνει πιο ώριμος, έχει προσωπικό τόνο, δίνει λιτά και επιγραμματικά τις συγκινήσεις που του χαρίζει ο κόσμος της ιστορίας και της ζωής, όπως επισημαίνει η ποιήτρια Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη. Ο θάνατος του μικρού παιδιού του, του Άλκη, συντρίβει την πατρική του καρδιά, που ζητά τη λύτρωση στην ποίηση. Γράφει τότε τον Τάφο (1898), «τα λυρικά αυτά δάκρυα, που αποκρυσταλλώθηκαν σε σταλακτίτες», όπως γράφει ο κριτικός Ανδρέας Καραντώνης.
Το 1904 ο Παλαμάς κυκλοφορεί την ποιητική συλλογή Ασάλευτη Ζωή, έργο ωριμότητας του ποιητή, όπου η αγνή συγκίνηση δένεται σφιχτά με το στοχασμό και τη γλαφυρότητα του στίχου. Ακολουθούν ποιητικές συλλογές, όπως Οι καημοί της λιμνοθάλασσας, Πολιτεία και Μοναξιά, Οι Βωμοί και οι δύο μεγάλες επικές συνθέσεις του Ο δωδεκάλογος του γύφτου (1907) και Η φλογέρα του Βασιλιά (1910), που τον ανεβάζουν στην κορυφή του ποιητικού Παρνασσού. Τελευταία του ποιητική συλλογή Οι νύχτες του Φήμιου (1935).
Εκτός από ποίηση, ο Παλαμάς έγραψε ένα θεατρικό έργο, τηνΤρισεύγενη (1903), που ξεχωρίζει για τη γνήσια ποιητική συγκίνηση, μια σειρά διηγημάτων με καλύτερο τον Θάνατο του Παληκαριού και πλήθος κριτικών δοκιμίων. Το 1926 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1930 πρόεδρός της. Το 1934 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, καθώς η φήμη του είχε προ πολλού διαβεί τα σύνορα του ελληνικού κράτους. Ιδιαίτερα τον απασχόλησε το Γλωσσικό Ζήτημα. Υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της δημοτικής και κορυφαία μορφή του δημοτικιστικού κινήματος με το κύρος του, αλλά και με τις κυρώσεις που υπέστη για τον γλωσσικό του αγώνα (προσωρινή απομάκρυνσή του από το πανεπιστήμιο). Αξιοσημείωτη ήταν η στάση του στα Ευαγγελικά και τα Ορεστειακά.
Ο Κωστής Παλαμάς πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943 και η κηδεία του την επομένη στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών εξελίχθηκε σε αντικατοχικό συλλαλητήριο.
Η συνεισφορά του Κωστή Παλαμά στα ελληνικά γράμματα υπήρξε τεράστια. Ανανέωσε σημαντικά την ποιητική μορφή, αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητες της λογοτεχνικής μας παράδοσης, από τον Όμηρο και τον Ρωμανό τον Μελωδό, ως τον Κάλβο, τον οποίο καθιέρωσε, και το δημοτικό μας τραγούδι. Παράλληλα, έκανε ένα τεράστιο λογοτεχνικό άνοιγμα προς τις λογοτεχνίες της Ευρώπης, μπολιάζοντας την ποίησή του με τα σύγχρονα ρεύματα του Παρνασσισμού, του Συμβολισμού και του Ρεαλισμού. Με αγνό πανανθρώπινο ιδεαλισμό και πηγαία λυρική πνοή, ο Παλαμάς δημιούργησε μια ολόκληρη εποχή κι έγινε δάσκαλος στις νεώτερες γενιές. Δίκαια, λοιπόν, θεωρείται, ύστερα από τον Διονύσιο Σολωμό, ο δεύτερος εθνικός μας ποιητής.
Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016
ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Ομιλία του καθηγητού John P. Anton
στο Διεθνές Συμπόσιο «Επιστήμη, Τεχνολογία και Ανθρώπινες Αξίες» υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών, 2-4 Μαΐου, 2007. Μετάφραση από το αγγλικό κείμενο.
Θα ήθελα να προλογίσω την ομιλία μου με μία παρατήρηση για το νόημα που έχουν οι αρετές ως ανθρώπινες αξίες και ως άριστα επιτεύγματα. Η αρετή, κατά την Ελληνική φιλοσοφική παράδοση, θεωρείτο ως γενική αξία και ως πλήρωση της ανθρώπινης εντελέχειας, δηλαδή ως πλήρωση εκείνων των δυνατοτήτων που συμπεριλαμβάνουν την νόηση και συναποτελούν φυσική ιδιότητα όλων των ανθρώπων. Ο πολιτισμός, υπό την έννοια της κοινωνικής και πολιτικής αποστολής, έχει ως κύριο μέλημά του την εξασφάλιση των απαιτούμενων όρων για την ανάπτυξη των ανθρώπινων όντων. Ως σύστημα εκπαίδευσης, ο πολιτισμός ή παιδεία δοκιμάζεται από τον ρόλο που προσδίδει στην επιστήμη, την τέχνη και τους άλλους θεσμούς εν γένει, μηδέ εξαιρουμένου και του τρόπου του κυβερνάν. Η επιτυχία της παιδείας μετριέται με τον βαθμό της συνάρθρωσης των ανθρώπινων αρετών και την προαγωγή τους ως μία σταθερή ενότητα που εξασφαλίζει την αρμονία της ανθρώπινης προσωπικότητας. Οι Έλληνες είχαν επίγνωση της ιδέας της αρετής ως αξία που διατηρεί την πολιτική ευημερία. Είχαν επίγνωση των δυσκολιών που συχνά παρεμπόδιζαν του πολίτες στην προσπάθειά τους να καταξιωθούν του ανώτατου επιπέδου ανάπτυξης που είναι η καλοκαγαθία. Όμως η πρόοδος, κατά την πορεία της πλήρωσης των ανθρώπινων όντων, απαιτεί τη συνεχή συνεργασία και της επιστήμης και της τέχνης και της πράξης. Κάθε μία, με τον δικό της τρόπο ενεργείας και συνεργασίας, είναι ακριβώς αυτό που προσφέρει σε κάθε πολιτικό σύστημα την όποια αξία διεκδικεί. Κατά συνέπεια, πολιτική ηγεσία, καθώς τόνισαν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, είναι η υψίστη, η «αρχιτεκτονική» τέχνη, εκεί που ο Λόγος και της τέχνης και της επιστήμης συναπάντιουνται ως φιλοσοφία.
Σε συνέχεια θα σχολιάσω τον ρόλο της τεχνολογίας για τη διαμόρφωση των αξιών στη σύγχρονη εποχή. Δεν υπάρχει αμφιβολία για τα καταπληκτικά επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επίδρασής των στις ανθρώπινες σχέσεις. Παρ' όλα αυτά ή τεράστια εξάπλωσή της δεν θα μπορούσε να συμβεί στην εποχή μας χωρίς τις νέες ανακαλύψεις της επιστήμης και τις εφαρμογές τους για την εξυπηρέτηση των συνεχώς προβαλλομένων αναγκών. Με δεδομένη αυτή την πρακτική λειτουργία της τεχνολογίας ως επιχείρησης, ο πολιτιστικός ρόλος της παραμένει περιορισμένος στο να παρέχει λύσεις σε βασικές ανάγκες. Αν και συμβάλλει στη διάδοση της ευμάρειας τη καθημερινότητας, παραμένει εξίσου συνδεδεμένη στη συναφή υπηρεσία της θήρας του κέρδους, από τη βιομηχανία και το κατεστημένο των επιχειρήσεων. Αναμφίβολα, υπάρχει αμοιβαία συνεργασία μεταξύ επιστήμης και τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων, καθώς διευκολύνουν την επικοινωνία, ανοίγουν νέες ευκαιρίες εργασίας, διευρύνουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τα οποία, οφείλουμε να προσθέσουμε, αναπτύσσονται νέοι τρόποι διεθνούς συνεργασίας και συναγωνισμού.
Το βασικό ερώτημα τώρα τίθεται ως εξής: Είναι σε θέση η τεχνολογία να δημιουργήσει οικουμενικές αξίες;
Διερευνώντας το ερώτημα και τα σχετιζόμενα προβλήματα, διαπιστώνουμε αμέσως μια βασική δυσκολία. Η δυσκολία αυτή ανακύπτει ευθύς ως παρατηρήσουμε ότι οι αξίες της τεχνολογίας, στις συνεχώς αναφυόμενες απαιτήσεις για την ικανοποίηση αναγκών, ακόμα και όταν ανταποκρίνονται σε κάποια κριτήρια, δεν αναγνωρίζονται ως γενικές και διαχρονικές αξίες με κύρος για όλους τους ανθρώπους παντού και πάντοτε. Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε το λόγο γιατί οι αξίες που προβάλλει η τεχνολογία δεν αποκτούν οικουμενικό κύρος όσο και αν η τεχνολογία εξυπηρετεί διάφορες βασικές ανάγκες με ποικίλους τρόπους. Η γοητεία που ασκούν οφείλεται στο ότι αποτελούν μέσα για άλλες σκοπιμότητες και άλλες ανώτερες αξίες.
Οι φιλόσοφοι της Ελλάδος ορθά διέκριναν μεταξύ αξιών που ανήκουν μόνο στα μέσα και αξιών που θεωρούνται αποκλειστικά ως τελικοί σκοποί. Νομίζω ότι η έκφραση “ανθρώπινες αξίες” στον τίτλο του σημερινού Συμποσίου αναφέρεται σε αξίες οικουμενικές και απώτατες. Χωρίς αυτή τη διάκριση η αναφορά σε “ανθρώπινες αξίες” χάνει την ουσιαστική σημασία της. Αυτό που μας απασχολεί, νομίζω, ιδίως όταν ζητούμε τη συμπαράσταση της επιστημονικής έρευνας, είναι ακριβώς αν υπάρχουν αξίες ταυτόχρονα απώτατες και οικουμενικές. Ως εκ τούτου αν η τεχνολογία ούτε δύναται ούτε είναι σε θέση να προτείνει τέτοιες αξίες, επιβάλλεται να επιμείνουμε στο ερώτημα μας για την ενδεχόμενη εύρεση της πηγής τέτοιων αξιών. Όποια κι αν είναι η απάντηση, θα ήταν εξίσου φενάκη να υποτιμήσουμε τη θέση της τεχνολογίας στα ανθρώπινα πράγματα. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Η τεχνολογία αναπόφευκτα προμηθεύει κυρίως μια ποικιλία αξιών ως μέσα. Κατά συνέπεια, δεν είναι σε θέση ούτε και δύναται τελικά να λειτουργεί ως πηγή απώτατων και οικουμενικών αξιών. Επομένως, οι “ανθρώπινες” αξίες, κατά τον τρόπο που τις ορίσαμε, θα πρέπει να πηγάζουν από αλλού. Η διαπίστωση ότι υπάρχει μια τέτοια πηγή αποτελεί βασική απαίτηση για την εποχή μας, ιδίως εξαιτίας των συνεχών κρίσεων που έχει υποστεί η ανθρωπότητα καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Το πρόβλημα έχει λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις στην εποχή μας, ιδίως ύστερα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους του περασμένου αιώνα και της συνεχούς μόλυνσης του περιβάλλοντος, που έχει χειροτερεύσει με τον ερχομό της νέας χιλιετηρίδας. Ας προσθέσουμε σε αυτά και την διαρκή διαμάχη ανάμεσα στα πολύπλοκα διεθνή και τοπικά αντικρουόμενα συμφέροντα, παράλληλα με τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης και της εξεύρεσης λύσεων στα νέα αδιέξοδα που δημιουργούν οι τέτοιες εξελίξεις.
Η επιστήμη έχει θεωρηθεί, ιδίως από τα μέσα του περασμένου αιώνα, ως ουδέτερη προς τα αξιολογικά προβλήματα. Πιθανό να ευσταθεί η τέτοια επιχειρηματολογία, όμως οι επιπτώσεις και οι συνέπειές της εγείρουν άμεσα αμφισβήτηση. Η πολιτική της τεχνολογίας, ως φορέας που προσδέχεται και εκμεταλλεύεται τις επιστημονικές ανακαλύψεις, κατά κανόνα καταλήγει να ευθυγραμμίζεται με την πολιτική της ισχύος και του κέρδους. Μπρος στην τέτοια ελλατωματικότητα, επιβάλλεται να στραφούμε σε άλλη κατεύθυνση, στην έννοια το πολιτισμού. Και εδώ ακόμη συναντούμε προβλήματα όταν αφήνουμε ανεξέταστη την αποστολή της εκπαίδευσης ως συμπαραστάτη για την εξεύρεση πηγής οικουμενικών αξιών. Ας εξετάσουμε την περίπτωση της ιστορικής ρευστότητας των πολιτισμικών αξιών. Μια σύγχρονη κυρίαρχη άποψη θεωρεί τον πολιτισμό κυρίως ως φαινόμενο σε διαρκή αλλαγή. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να διαπιστώσουμε την ύπαρξη οικουμενικών αξιών και αυτοσκοπών για την πιθανώς επερχόμενη παγκόσμια κοινωνία όταν η έννοια του πολιτισμού γίνεται δέσμια των δυνάμεων της τεχνολογίας που επιφέρουν την αδιάκοπη αλλαγή; Ρίχνοντας λάδι στη φωτιά, η ίδια η ποικιλομορφία των δυνάμεων αυτών συνεχίζει να ενεργεί ως αποσταθεροποιητικός παράγων.
Ας επιστρέψουμε στην επιστήμη ως τη λογική έρευνα της φύσης των όντων και όλων των αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένης και της ανθρώπινης φύσης. Η ιδιάζουσα λογική σταθερότητα που χαρακτηρίζει την επιστήμη είναι η εμπιστοσύνη της στην ανθρώπινη νόηση. Αυτή και μόνη, στην πλήρη της έκφραση, είναι μία από τις απώτατες αξίες μας, αν και ο επιστημονικός νους δεν ασκεί έλεγχο πάνω στις εφαρμογές της. Ως χρήσεις, βρίσκονται πέρα από την επιστημονική θήρα της αλήθειας, ακόμη και όταν οι εφαρμογές οι ίδιες υποβάλλονται σε επιστημονική εξέταση.
Υπάρχει και άλλος χώρος προβλημάτων πέρα από εκείνες τις δυνάμεις που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τις βουλήσεις μας. Πρόκειται για ένα παλιό και πολύπλοκο μέρος της ανθρώπινης συμπεριφοράς που δοκιμάζει συνεχώς την αυτογνωσία μας. Παραμένουμε υποκείμενα των αυθαίρετων εκρήξεων των παθών, πέρα από την χρησιμότητά τους για επιβίωση, ηδονή και αυτοπροβολή στη ζωή. Με τον δικό της αναπόφευκτο τρόπο, η παθητική φύση της ύπαρξής μας ασκεί τη δική της επιβολή στη δημιουργία και καλλιέργεια αξιών, μερικές ωφέλιμες, άλλες ασταθείς, κάποιες ιδιαίτερα πολύτιμες, και που σε κάποιες περιστάσεις μας οδηγούν άλλοτε σε καταστροφές και άλλοτε σε εκστασιασμούς ποιητικών εξάρσεων και ηρωικών πράξεων. Παρόλα αυτά, είναι η σκοτεινή τους φύση που μας κάνει δικαιωματικά να υποψιαζόμαστε τις επιδράσεις των παθών. Μόνο χάρη στην αντικειμενικότητα του λογικού τα πάθη τελικά μπορούν να αποκτούν μια έννομη θέση στη διαμόρφωση γενικών αξιών. Και διερωτώμαι αν τα πάθη μπορούν να λειτουργούν πράγματι ως πηγή υψίστων αξιών. Οι επιστήμες κάνουν το καλύτερο που μπορούν ώστε να κατανοήσουν το δυναμισμό των παθών, αλλά ο έλεγχος και η μετατροπή τους σε δημιουργικούς παράγοντες λανθάνει του ελέγχου της επιστημονικής πράξης, παρά τη συμβολή των ιατρικών γνώσεων. Στο σημείο αυτό η Ελληνική κληρονομιά, ως παιδεία και φιλοσοφία, εξακολουθεί να βρίσκει διαχρονικά τη δικαίωση της αρετολογίας της.
Έρχομαι τώρα στο κύριο ερώτημα. Μπορούμε άραγε να πάμε πίσω, ή καλύτερα να επαναφέρουμε τις οικουμενικές αξίες του Ελληνικού Νου και την ύψιστη αποστολή τους, όπως τις θεμελίωσαν με βάση την έλλογη θεωρία για τη φύση του ανθρώπου; Αναλογίζεται κανείς, στο σημείο αυτό, την Πολιτεία του Πλάτωνα και το Περί Ψυχής τους Αριστοτέλους, τις τραγωδίες των δραματικών ποιητών και τα έπη του Ομήρου. Αν η νεότερη και η σύγχρονη επιστήμη εξακολουθούν να προσυπογράφουν στη θεωρία για τη συνεχή αλλοίωση της ανθρώπινης φύσης, το συμπέρασμα που κατ’ ανάγκη ακολουθεί είναι ότι η Ελληνική παράδοση περί απώτατων αξιών με διαχρονική φερεγγυότητα είναι απλώς και αναπόφευκτα ξεπερασμένη.
Το ίδιο ισχύει και για τη θεωρία τους για την ανθρώπινη φύση. Αν η τέτοια άποψη ευσταθεί, δεν υπάρχει χώρος για τους αρχαίους σοφούς στη σύγχρονη ζωή ούτε και λόγος να περιμένουμε να αποκομίσουμε κάποιο κέρδος από μιαν άλλη ακόμα “αναγέννηση” της κλασικής παράδοσης. Αυτό μας θυμίζει τον Nietzsche ως τον αντιπροσωπευτικό υπερασπιστή των νεότερων απόψεων. Αν ισχύει η άποψη του Nietzsche, όλες οι θετικές αξίες υπόκεινται σε συνεχή επανεξέταση και ανασύσταση. Επιπλέον, αν η εξελικτική αντίληψη πάρει τις διαστάσεις απολύτου θέσης, πέρα από τις βιολογικές προδιαγραφές που όρισε ο Δαρβίνος, και σε προέκταση ερμηνεύει ότι ισχύει για όλο τον ανθρώπινο βίο, τη νόηση και τη φερεγγυότητα του Λόγου, το ίδιο συμπέρασμα ισχύει. Το δόγμα του ιστορισμού και της σχετικότητας των αξιών εξακολουθεί να κερδίζει έδαφος και να αποκτά οπαδούς. Για άλλους όμως, η σταθερότητα της ανθρώπινης φύσης, με τον τρόπο που οι Έλληνες την εννοούσαν, παραμένει η μόνη ορθή προϋπόθεση για τη λογική διατύπωση των οικουμενικών αξιών.
Αν είμαστε έτοιμοι να παραδεχθούμε ότι η Αριστοτελική θέση περί εντελέχειας είναι πράγματι λανθασμένη ή και ψευδής, τότε ή μόνη επιλογή που μας απομένει είναι να δηλώσουμε ως ματαιοπονία την αναζήτηση σταθερών αρχών και οικουμενικών αξιών. Όμως χωρίς την Ελληνική θεώρηση βίου, η ηθική συνεχώς θα παραμένει διεζευγμένη από την πολιτική και αμφότερες από την έλλογη χρήση της τεχνολογίας, ώστε να προλαμβάνεται η παρεκτροπή της σε αβυσσαλέα τεχνοκρατία και σε νέα μορφή τυραννίας. Η ιστορία των πολιτικών αυθαιρεσιών έχει επανειλημμένα καταδείξει ότι η κακή χρήση και απουσία του ορθού λόγου πάντα καταλήγει να νομιμοποιεί την ισχύ ως ύπατο στόχο και ως κορυφαία αυθεντία αξιών. Και διερωτώμαι: Μήπως η τέτοια θεσμική ροπή, καθώς συνεχίζει να επιβάλλεται, προαναγγέλλει έναν νέο είδος μεσαίωνα; Ποιος ξέρει.
____________
Φιλολογικός Λούσιος: Η ΑΡΚΑΔΙΑ ΣΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ
Φιλολογικός Λούσιος: Η ΑΡΚΑΔΙΑ ΣΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ: του John P. Anton* http://anton-jhon.blogspot.gr/ I. Αρκαδική Αρμονία Η ποιητική φαντασία του Παλαμά αγκάλιασε την Αρκ...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)